Κυρία θέλει να βάλει τέντες στο μπαλκόνι. Ανοίγει τον τηλεφωνικό κατάλογο, ψάξε, ψάξε, βρίσκει “ΜΠΑΜΠΗΣ - ΤΕΝΤΕΣ”.
Τηλεφωνάει στον τεντά…
- “Μπάμπης. Tέντες”… ακούγεται μια μάγκικη, απότομη φωνή.
- “Ναι, καλή σας ημέρα. Θα ήθελα μια τέντα για το μπαλκόνι μου”, του λέει η κυρία.
- “Αυριο, 11:30″, απαντά ο τεντάς και κλείνει το τηλέφωνο.
Την επόμενη μέρα. Χτυπάει το κουδούνι…
- “Ναι; Ποιος είναι;”, ρωτά η κυρία.
- “Μπάμπης. Τέντες”, απαντά ξερά ο τεντάς.
- “Στον 4ο”.
Ανεβαίνει πάνω και η κυρία του ανοίγει.
- “Καλή σας ημέρα”.
- “Μέρα. Μπάμπης. Tέντες”, απαντά ο τεντάς.
- “Απο δώ από δω. Περάστε”.
Βγαίνει στο μπαλκόνι ο Μπάμπης, ανεβαίνει στη σκάλα και λέει στη κυρία:
- “Φραπέ. Γλυκό”.
Πάει η κυρία να του φτιάξει. Οταν επιστρέφει…
- “Και νερό. Κρύο”, της λέει ο τεντάς στο ίδιο απότομο ύφος.
Πάει η κυρία να του φέρει και νερό ώσπου ακούει το κουδούνι.
- “Ναι;”, ρωτάει από το θυροτηλέφωνο.
- “Μπάμπης. Τέντες”.
- “Μα έχει έρθει ήδη ένας… Εσείς ποιός είστε;”
- “Μπάμπης. Επεσα”.