6 Φεβ 2008

ΣΤΟ ΤΙΜΟΝΙ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑΣ ΕΝΟΙΚΙΑΣΗΣ Ή ΜΕ ΔΑΝΕΙΟ;


Περίπου 300.000 Ελληνες καταφεύγουν κάθε χρόνο στις αντιπροσωπείες αυτοκινήτων για να αποκτήσουν ένα καινούριο Ι.Χ. Κάποιοι χρηματοδοτούν το όνειρό τους με μετρητά κάποιοι άλλοι με καταναλωτικά δάνεια.

Στην ελληνική αγορά υπάρχει πλέον και ένας τρίτος δρόμος: η μίσθωση μακράς διαρκείας, η οποία, λόγω φορολογίας, μπορεί να αποδειχθεί συμφέρουσα για επαγγελματίες με υψηλά εισοδήματα.
Οι ιδιώτες μπορούν να καταφύγουν σε μια από τις εξειδικευμένες εταιρείες και να συνάψουν μια σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης -συνήθως είναι 3ετής ή 4ετής- για να αποκτήσουν το αυτοκίνητο που επιθυμούν.

Μεγάλα αβαντάζ
Ο ενδιαφερόμενος επιλέγει το αυτοκίνητο της αρεσκείας του και η εταιρεία τού υπολογίζει ένα μηνιαίο μίσθωμα το οποίο του εξασφαλίζει:

* Δικαίωμα χρήσης του αυτοκινήτου για συγκεκριμένο αριθμό χιλιομέτρων που προσδιορίζει εκ των προτέρων ο πελάτης (η ιδιοκτησία του οχήματος μένει στην εταιρεία).
* Μεικτή ασφάλεια αλλά και τους φόρους (τέλη κυκλοφορίας και φόρους ταξινόμησης).
* Ολα τα σέρβις συμπεριλαμβανομένης και της αντικατάστασης ελαστικών.
* Αντικατάσταση του αυτοκινήτου (συνήθως μέσα σε 48 ώρες) στην περίπτωση βλάβης ή κλοπής.
* Υπηρεσία οδικής βοήθειας.

Ουσιαστικά, το μόνο πρόσθετο έξοδο για τον οδηγό του αυτοκινήτου που θα επιλέξει τη λύση της μακροχρόνιας μίσθωσης είναι η βενζίνη αλλά και οι μικροζημιές που μπορεί να προξενήσει και οι οποίες δεν καλύπτονται από τη μεικτή ασφάλεια (συνήθως έως 300 ευρώ).
Βέβαια, στο τέλος της σύμβασης, το αυτοκίνητο επανέρχεται στην ιδιοκτησία της εταιρείας. Και τότε, ο μισθωτής πρέπει αν θέλει να έχει αυτοκίνητο είτε να συνάψει καινούρια συμφωνία είτε να αγοράσει αυτοκίνητο με την «παραδοσιακή» μέθοδο (μετρητά ή καταναλωτικό δάνειο).
Να σημειωθεί ότι οι εταιρείες μίσθωσης δίνουν το δικαίωμα στον πελάτη τους να εξαγοράσει το Ι.Χ. με το που θα λήξει η σύμβαση. Στην περίπτωση αυτή όμως υπάρχουν δύο μειονεκτήματα:

* Το μηνιαίο μίσθωμα είναι υψηλότερο.
* Ψαλιδίζεται το φορολογικό όφελος.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο οδηγός έρχεται αντιμέτωπος με το δίλημμα: Να αγοράσει το αυτοκίνητο -κάτι που σημαίνει ότι θα επωμιστεί το κόστος συντήρησης, το ρίσκο πιθανής ζημιάς αλλά και τη φυσιολογική απαξίωση του Ι.Χ.- ή να επιλέξει τη μακροχρόνια μίσθωση αναλαμβάνοντας όμως την υποχρέωση να πληρώνει ένα σταθερό μηνιαίο μίσθωμα για τουλάχιστον τρία χρόνια (σ.σ.: πρέπει να σημειωθεί ότι η υπαναχώρηση από τη στιγμή που θα υπογραφεί η σύμβαση δεν είναι εύκολη, καθώς η εταιρεία θα ζητήσει ως αποζημίωση έως και τα μισά μισθώματα);

Η σύγκριση έχει ως εξής:
Ενα Ι.Χ. 1.600 κυβικών κοστίζει 20.000 ευρώ. Ο υποψήφιος αγοραστής δεν έχει μετρητά. Ετσι, έχει να επιλέξει ανάμεσα στο καταναλωτικό δάνειο και στη μακροχρόνια μίσθωση.
* Αν επιλέξει το καταναλωτικό δάνειο, η δόση του θα είναι στα 600 ευρώ το μήνα. Στο μηνιαίο αυτό κόστος, πρέπει να προσθέσει τα τέλη κυκλοφορίας, την οδική βοήθεια, τη μεικτή ασφάλεια, τα ελαστικά και το service. Οπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα, το μηνιαίο κόστος ανεβαίνει στα 740 ευρώ το μήνα. Βέβαια, στο τέλος της 3ετίας, ο πελάτης γίνεται ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου.

Απώλειες λόγω χρήσης
Ομως, λόγω της χρήσης, το Ι.Χ. έχει χάσει περίπου το 40% της αρχικής του αξίας. Ετσι, με το που λήγει η τριετία, ο πελάτης ναι μεν έχει πληρώσει περίπου 26.600 ευρώ σε δόσεις και έξοδα αλλά έχει ένα περιουσιακό στοιχείο το οποίο αξίζει 12.000 ευρώ. Επομένως, το πραγματικό του κόστος είναι 14.600 ευρώ.
* Αν επιλέξει τη μέθοδο της μακροχρόνιας μίσθωσης (χωρίς δικαίωμα εξαγοράς του αυτοκινήτου), η μηνιαία δόση διαμορφώνεται στα 430 ευρώ το μήνα μαζί με τον ΦΠΑ. Να σημειωθεί ότι οι εταιρείες εισπράττουν δύο μισθώματα ως εγγύηση, τα οποία όμως συμψηφίζονται στο τέλος. Για τέλη και ασφάλειες, ο οδηγός δεν πληρώνει κάτι επιπλέον.

Υστερα από τρία χρόνια, ο ενδιαφερόμενος έχει καταβάλει συνολικά 15.480 ευρώ σε μισθώματα. Με το που λήγει η σύμβαση, παραδίδει τα κλειδιά και ο πελάτης μένει χωρίς αυτοκίνητο.
Από τη σύγκριση, προκύπτει ότι η μέθοδος της μακροχρόνιας μίσθωσης είναι λίγο ακριβότερη. Αυτό φυσικά ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι το αυτοκίνητο δεν θα βγάλει κάποια σημαντική βλάβη που να μειώνει την αξία του.
Αυτές τις ισορροπίες έρχεται να ανατρέψει η φορολογική νομοθεσία. Αν ο οδηγός είναι ελεύθερος επαγγελματίας, μπορεί να εμφανίσει τα μισθώματα ως επαγγελματική δαπάνη. Αυτομάτως, θα εξασφαλίσει φορολογική έκπτωση που μπορεί να φτάσει και στα 2.000 ευρώ το χρόνο. Σε μια τέτοια περίπτωση, πιο συμφέρουσα λύση από οικονομικής απόψεως γίνεται η μακροχρόνια μίσθωση.