Το ντόμινο που ξεκίνησε με την Ελλάδα και συνεχίστηκε με την Ιρλανδία, και τώρα απειλεί να συμπαρασύρει την Πορτογαλία και την Ισπανία, χωρίς να αποκλείονται η Ιταλία και το Βέλγιο, πυροδοτεί σενάρια για διάλυση του ευρώ μετά από 12 χρόνια ζωής. Δυστυχώς, η αναποφασιστικότητατων Ευρωπαίων ηγετών, οι αντιφατικές δηλώσεις τους, οι διαφορετικές ατζέντες και η όλη σύγχυση έχουν πλήξει την αξιοπιστία τους σε τέτοιο βαθμό που φαίνεται ότι κανείς πια δεν τους ακούει όταν μιλούν. Σε ένα πράγμα όμως έχουν δίκιο: το ευρώ δεν θα καταρρεύσει.
Ας το πάρουμε από την ανάποδη: πώς θα ήταν "ο θάνατος του ευρώ;" Πώς θα ήταν αν ένα από τα μικρότερα, πιο αδύναμα, "περιφερειακά" μέλη αποφάσιζε να φύγει; Αυτό δεν θα εμπόδιζε την υπόλοιπη ευρωζώνη να συνεχίσει την πορεία της, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι σχεδόν απίθανο κάτι τέτοιο: το κόστος εξόδου από το ευρώ θα ήταν μεγαλύτερο από το κόστος παραμονής σε αυτό.
Και θα ήταν ακόμη υψηλότερο για τις μικρές χώρες, με μεγαλύτερη εξάρτηση από τους ξένους δανειστές και τις τράπεζες: η έξοδος από το ευρώ, πιθανότατα σε συνδυασμό μεχρεοκοπία, θα σήμαινε ότι το μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους θα μετατρεπόταν σε εξωτερικό χρέος και το νέο νόμισμα αυτομάτως θα αποδυναμωνόταν.
Αναμφίβολα θα υπήρχαν άμεσα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα λόγω της υποτίμησης, αλλά το υψηλότερο κόστος εισαγωγής αγαθών θα οδηγούσε σε αύξηση του εισαγόμενου πληθωρισμού. Συνεπώς, θα χρειάζονταν ακόμη πιο αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα για να αντιμετωπιστεί η εχθρικότητα των αγορών.
Τι θα γινόταν εάν την κατάρρευση του νομίσματος την προκαλούσε ένα από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη του ευρώ με την απόφασή του να βγει από την ευρωζώνη;
Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που θα έκαναν τηνΙσπανία ή την Ιταλία να θέλει να βγει από το ευρώ -- λαμβάνοντάς υπόψη ότι η αποχώρησή τους, όπως και στην περίπτωση μικρότερων χωρών, θα είχε πολύ μεγαλύτερο κόστος από τα υποτιθέμενα οφέλη. Και πάλι όμως το ευρώ θα επιβίωνε, λέει ο αρθρογράφος του Reuters.
Τα πράγματα, όμως, θα ήταν διαφορετικά σε περίπτωση που ένας από τους δύο βασικούς παίκτες και ιδρυτές του ευρώ, η Γαλλία ή η Γερμανία, αποφάσιζε να αποχωρήσει: κάτι τέτοιο θα σήμανε την οριστική κατάρρευση του νομίσματος. Αλλά αυτό το σενάριο αγνοεί την παράμετρο της ισχυρής πολιτικής θέλησης που διέπει τόσο τη Γαλλία όσο και τη Γερμανία, οι οποίες δημιούργησαν το ενιαίο νόμισμα και το κρατούν ακόμη ζωντανό.
"Οι ειδήμονες υποτιμούν την αποφασιστικότητα των κυβερνήσεων", όπως είπε σωστά ο διοικητής της ΕΚΤ, Ζαν-Κλόντ Τρισέ, στις 30 Νοεμβρίου.
Το ευρώ ήταν σαφέστατα ένα πολιτικό επίτευγμα, αλλά οι παράγοντες της αγοράς απατώνται αν πιστεύουν ότι αυτό είναι ακριβώς που το καθιστά λιγότερο ισχυρό. Γιατί η αποχώρηση του Παρισιού ή του Βερολίνου από την ευρωζώνη θα προϋπόθετε τόσο σοβαρά γεγονότα -όπως για παράδειγμα την ανάληψη της εξουσίας από μια ακροδεξιά λαϊκιστική κυβέρνηση ή την ύπαρξη αγεφύρωτων διαφορών στον τρόπο αντιμετώπισης ενός ανεξέλεγκτου πληθωρισμού- που η ενότητα της Ευρώπης θα ήταν το τελευταίο πράγμα που θα είχε σημασία.
Τέλος -και αυτό είναι ένα ακόμα πράγμα που υποτιμούν οι αγορές- υπάρχουν και τυπικά, πρακτικά εμπόδια για την έξοδο από το ευρώ. Το ποτάμι δεν γυρίζει εύκολα πίσω. Αλλά το παράδειγμα της ειρηνικής διάλυσης της Τσεχοσλοβακίας σε Δημοκρατία της Τσεχίας και Σλοβακία αποδεικνύει ότι δεν είναι κάτι αδιανόητο, λέει ο Πιερ Μπριανσόν.
Βέβαια, θα ήταν μια χρονοβόρα διαδικασία (ας αναλογιστούμε μόνο τον χρόνο που θα χρειαζόταν για να τυπωθούν νέα χαρτονομίσματα και κέρματα), η οποία δεν θα ταίριαζε με το σενάριο ακραίων καταστάσεων που θα προϋπέθετε η διάλυση του ευρώ.
Φυσικά υπάρχει και ένα άλλο παράδειγμα, αυτό της Γιουγκοσλαβίας, χαρακτηριστικό του πώς να καταστρέψεις ένα νόμισμα: χρειάστηκαν πέντε χρόνια πολέμου για να χωριστεί η χώρα σε επτά διαφορετικές ανεξάρτητες δημοκρατίες -μία εκ των οποίων υιοθέτησε το ευρώ, ενώ οι υπόλοιπες το προσπαθούν ακόμη.