30 Αυγ 2008

Θρησκεία και εκπαίδευση

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ

Να παραμείνει υποχρεωτικό το μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία, επιμένει η Ιερά Σύνοδος. Αλλά μάλλον επιμένει μόνη της. Οι θρησκεύοντες (και όχι θρησκευόμενοι) δεν φαίνονται και τόσο ενοχλημένοι από την αναμενόμενη κατάργησή τους· οι πλείστοι μάλλον αδιαφορούν. Ματαιοπονούν οι ιεροσυνοδίτες. Για τη μαζική παγκόσμια κουλτούρα δεν υπάρχει πλέον θεός και ας φουντώνουν ανά την υφήλιο, ας πληθύνονται οι θρησκευτικές οργανώσεις και αιρέσεις. Είναι πολιτικά τα αίτια της εμφάνισης τούτων των αιρέσεων και όχι η πίστη αυτή καθ' εαυτήν. Η εφεύρεση του θεού ήταν μία αναγκαία διανοητική «πράξη» για να καλυφθεί η μικρότητα του νου του ανθρώπου, για να μη νιώθει μετέωρος και ανοήμων μέσα στο χάος του σύμπαντος, της ίδιας της ύπαρξής του, για να πατήσει σ' ένα γερό θεμέλιο. Ο θεός είναι κάτι που δεν μπορείς να ερευνήσεις βαθύτερα, άρα «καθαρίζεις» και με τη μικρότητα και με τους περιορισμούς της διάνοιας. Στην εξελικτική πορεία ο θεός αποδείχτηκε ένα νεφελώδες θεμέλιο, μετά δε την επισήμανση του Νίτσε ότι ο θεός είναι νεκρός, διαπιστώσαμε ότι δεν έχουμε χρείαν, πλέον, μεταφυσικών θεμελίων. Η αλήθεια είναι ότι πασχίσαμε να αντικαταστήσουμε τον θεό ή να ανακαλύψουμε εναλλακτικές μορφές του. Αλλοτε τον είπαμε Πνεύμα, άλλοτε Λογική, Ιστορία, Εξουσία, Βούληση, Επιθυμία, Ελευθερία κ.λπ. Ολες αυτές τις έννοιες τις θεωρήσαμε απόλυτες αξίες στις οποίες θα μπορούσαμε να στηριχτούμε. Ολες αυτές οι έννοιες είναι θαυμάσιοι εγγυητές κοινωνικής σταθερότητας, πράυνση της υπαρξιακής αγωνίας-φόβου, αλλά, ενίοτε αντιστρατεύονται τα συμφέροντα του καθενός. Οταν μπαίνει το ερώτημα-δίλημμα σε πιστούς και απίστους «πίστη ή χρήμα;», τότε η πίστη πάει στον αγύριστο...

Το γεγονός όμως και μόνο ότι υπάρχουν πάνω από μία θρησκείες, ότι οι ηγέτες των θρησκειών έχουν βάψει με αίμα αθώων τα χέρια τους, ότι έχουν προκαλέσει τους πιο στυγερούς και βάρβαρους πολέμους στην ανθρωπότητα, αρκεί για να αποδειχτεί ότι οι ιεροσυνοδίτες γι' άλλους λόγους ανησυχούν και όχι για την απώλεια της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των νεοελληνοπαίδων. Διαβασμένοι και καλοσπουδαγμένοι γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να πείσουν όταν κηρύσσουν κάτι (κάποιον;) αόρατο και αναπόδεικτο. Εάν υπήρχε θεός δεν θα ήταν τόσο αφελής ή απερίσκεπτα μεγαλόκαρδος ώστε να επιτρέψει στον κόσμο να λειτουργήσει ελεύθερα και τελικά να τον αποπέμψει!

Βεβαίως είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ο άνθρωπος από τις απαρχές του συναθροίστηκε και θρησκευτικά και ότι οι θρησκευτικές δοξασίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κοινωνιών και τη δημιουργία ακόμη και πολιτικών θεσμών. Αυτό, ναι, οφείλουν να το διδάσκουν οι κοινωνιολόγοι κυρίως. Διότι η θρησκεία είναι κοινωνικό φαινόμενο. Μια «ήπια» θρησκεία, δημοκρατική κι ευρύχωρη, θα είχε ενδιαφέρον να διδάσκεται εντούτοις. Μία θρησκεία όμως που θα ιχνηλατούσε το άγνωστο, την ταραχή του πλαγκτού, τις διονυσιακές υπερβάσεις, το ψυχοδιανοητικό φτερούγισμα. Και όχι αυτές που επικρατούν και ενδυναμώνουν τον φονταμενταλισμό και ο οποίος οδηγεί σε ακραία εγκλήματα. Εχω συναντήσει «πιστούς», κατά μία βαθιά έννοια, που είναι υπέροχοι άνθρωποι κοινωνικοοντολογικά, πολιτικά, ιδεολογικά και άλλους που δηλώνουν επηρμένα άθεοι και είναι απλώς σαχλαμαράκηδες.Η διδασκαλία ας γίνει μ' έναν πιο ανθρώπινο τρόπο. Διότι η απόλυτη διαγραφή ισοδυναμεί με πνευματικό έγκλημα, δηλοί εγκληματικό (εκπαιδευτικό) πνεύμα.