15 Ιουλ 2010

ΑΝΕΚΔΟΤΟ

Ήταν ένα μαύρο αρκουδάκι στην Αφρική που είχε χάσει τη μαμά του.
Ξαφνικά βλέπει να πλησιάζει μια λεοπάρδαλη.

- "Ωχ μπλέξαμε!", σκέφτεται το αρκουδάκι.

Τότε βλέπει κάτι κόκαλα και αρχίζει να τα ροκανίζει με την πλάτη
γυρισμένη στην λεοπάρδαλη. Ενώ εκείνη είναι έτοιμη να του χιμήξει, το
αρκουδάκι λέει:

- "Μμμμ... Πολύ νόστιμη αυτή η λεοπάρδαλη. Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν
άλλες εδώ τριγύρω..."

Η λεοπάρδαλη παγώνει, και εξαφανίζεται πίσω από κάτι δέντρα.

- "Λίγο έλειψε να την πατήσω", λέει, "αυτός το αρκουδάκι θα μ'έτρωγε..."

Ένας πίθηκος, παρακολουθώντας όλο το σκηνικό από ένα δέντρο, σκέφτεται
ότι μπορεί να εξασφαλίσει την εύνοια της λεοπάρδαλης και να γλιτώσει
το τομάρι
του εξηγώντας της αυτό που είχε συμβεί. Πάει προς το μέρος της και
εξηγεί τα πάντα. Η λεοπάρδαλη, έξαλλη για την κοροϊδία, λέει στον
πίθηκο:

- "Έλα, πίθηκε. Ανέβα στη ράχη μου να δεις από κοντά τι πρόκειται να
πάθει το αρκουδάκι!!"

Το αρκουδάκι βλέπει τη λεοπάρδαλη να έρχεται προς το μέρος του με τον
πίθηκο καβάλα.

- "Τι θα κάνω τώρα;" σκέφτεται.

Κάθεται, λοιπόν, με την πλάτη γυρισμένη στους δυο. Όταν η λεοπάρδαλη
και ο πίθηκος έχουν πλησιάσει αρκετά, το αρκουδάκι μουρμουράει:

- "Που είναι αυτός ο μαλάκας ο πίθηκος; Ποτέ δεν μπορώ να τον εμπιστευτώ!

Τον έστειλα πριν από μισή ώρα να μου φέρει άλλη μια λεοπάρδαλη κι
ακόμα να φανεί.