
Ιδιοκτήτης μπαρ αγόρασε «κοψοχρονιά» το σπίτι αλκοολικού πελάτη του, ο οποίος του χρώσταγε 900 ευρώ από ποτά! Σε αντάλλαγμα του επέτρεψε να μείνει εκεί χωρίς ενοίκιο μέχρι το τέλος της ζωής του και να πίνει ελεύθερα όσο θέλει. Μετά τον θάνατό του ωστόσο, ο Αρειος Πάγος ακύρωσε τη πώληση, θεωρώντας ότι ο αγοραστής εκμεταλλεύθηκε την ανάγκη και την ιδιαίτερη κατάσταση του πωλητή.
Η ιστορία είναι αρκετά πρωτότυπη για τα ελληνικά δεδομένα. Οπως προκύπτει από τη δικογραφία, ο πελάτης του μπαρ, που είχε πάθος με το αλκοόλ, χρωστούσε στον ιδιοκτήτη από κατανάλωση ποτών περίπου 900 ευρώ (300.000 δρχ. τότε). Ο ιδιοκτήτης του μπαρ, που γνώριζε την οικονομική του δυσκολία και την αδυναμία του στο ποτό, αφού ήταν γείτονες, βρήκε λύση. Τον έπεισε να του μεταβιβάσει το σπίτι που διέμενε έναντι περίπου 6.500 ευρώ, τη στιγμή που η αντικειμενική του αξία έφτανε τότε τα περίπου 21.000 ευρώ και η πραγματική αξία του ανερχόταν σε 33.000 ευρώ. Η συμφωνία προέβλεπε ότι με την πώληση θα διαγραφόταν το χρέος των 900 ευρώ ενώ ο νέος ιδιοκτήτης θα επέτρεπε στον πωλητή να μένει στο πωληθέν διαμέρισμά του μέχρι να πεθάνει και θα του διέθετε δωρεάν πρόσβαση στο ποτό.
Οταν ο αλκοολικός απεβίωσε, ο αδελφός του προσέβαλε με αγωγή την εγκυρότητα της σύμβασης. Ο Αρειος Πάγος την ακύρωσε εκτιμώντας ότι υπάρχει προφανής δυσαναλογία των εκατέρωθεν παροχών, παρά το γεγονός ότι στην ισόβια πρόσοδο δεν μπορεί να συγκριθούν ευθέως οι παροχές γιατί ουδείς γνωρίζει πόσο θα ζήσει ο δικαιούχος (στην προκειμένη περίπτωση ο αλκοολικός).
Το Ανώτατο Δικαστήριο εκτίμησε ωστόσο ότι κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, ο αλκοολικός θα κατανάλωνε πιθανότατα ποτά για περίπου τέσσερα έτη. Και αυτό γιατί, όταν καταρτίσθηκε η συμφωνία, ήταν 62 ετών και η κατάσταση της υγείας του ιδιαίτερα άσχημη, λόγω της μεγάλης φθοράς ζωτικών οργάνων του από το αλκοόλ.
Με βάση τον παραπάνω υπολογισμό, ο Αρειος Πάγος δέχθηκε ότι ο ιδιοκτήτης θα πλήρωνε ποσό περίπου 2.500 ευρώ για ποτά την τετραετία αυτή, ενώ ο πωλητής θα κέρδιζε επιπλέον περίπου 4.000 ευρώ λόγω της διαμονής στην πωληθείσα κατοικία χωρίς μίσθωμα.
Τα δεδομένα αυτά οδήγησαν το Ανώτατο Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μεγάλη δυσαναλογία παροχών και ότι η συμφωνία είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη διότι είχε γίνει με εκμετάλλευση της ανάγκης άλλου προσώπου, σύμφωνα με τα άρθρα 178 και 179 του ΑΚ.
Οταν ο αλκοολικός απεβίωσε, ο αδελφός του προσέβαλε με αγωγή την εγκυρότητα της σύμβασης. Ο Αρειος Πάγος την ακύρωσε εκτιμώντας ότι υπάρχει προφανής δυσαναλογία των εκατέρωθεν παροχών, παρά το γεγονός ότι στην ισόβια πρόσοδο δεν μπορεί να συγκριθούν ευθέως οι παροχές γιατί ουδείς γνωρίζει πόσο θα ζήσει ο δικαιούχος (στην προκειμένη περίπτωση ο αλκοολικός).
Το Ανώτατο Δικαστήριο εκτίμησε ωστόσο ότι κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, ο αλκοολικός θα κατανάλωνε πιθανότατα ποτά για περίπου τέσσερα έτη. Και αυτό γιατί, όταν καταρτίσθηκε η συμφωνία, ήταν 62 ετών και η κατάσταση της υγείας του ιδιαίτερα άσχημη, λόγω της μεγάλης φθοράς ζωτικών οργάνων του από το αλκοόλ.
Με βάση τον παραπάνω υπολογισμό, ο Αρειος Πάγος δέχθηκε ότι ο ιδιοκτήτης θα πλήρωνε ποσό περίπου 2.500 ευρώ για ποτά την τετραετία αυτή, ενώ ο πωλητής θα κέρδιζε επιπλέον περίπου 4.000 ευρώ λόγω της διαμονής στην πωληθείσα κατοικία χωρίς μίσθωμα.
Τα δεδομένα αυτά οδήγησαν το Ανώτατο Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μεγάλη δυσαναλογία παροχών και ότι η συμφωνία είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη διότι είχε γίνει με εκμετάλλευση της ανάγκης άλλου προσώπου, σύμφωνα με τα άρθρα 178 και 179 του ΑΚ.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 02/01/2009