Του Γιωργου Μαντελα από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Χάνουν κάθε χρόνο τα σπίτια τους 100.000 Ελληνες μόνο εξαιτίας των πλειστηριασμών που πραγματοποιούν οι τράπεζες;
Συνιστά κραχ -μίνι ή μάξι- μια πτώση του γενικού δείκτη του χρηματιστηρίου, της τάξης του 4% ή 4,5%;
Είναι δυνατόν να φτάνει, από χρόνο σε χρόνο, η μείωση του τζίρου των εμπορικών καταστημάτων στο 15% και 20%, όπως υποστηρίζουν τακτικά οι εκπρόσωποί τους εδώ και δεκαετίες;
Είναι δυνατόν να ισχύει το ίδιο και για την πορεία του τουριστικού ρεύματος στη χώρα μας, αλλά και για μια σειρά από άλλα μετρήσιμα μεγέθη οικονομικής δραστηριότητας;
Δύσκολο ή για την ακρίβεια, αδύνατο, είναι η απάντηση.
Γιατί, αν ίσχυαν όλα τα παραπάνω, τότε τα ελληνικά δικαστήρια, για παράδειγμα, σε όλη την επικράτεια, δεν θα έπρεπε να κάνουν τίποτα άλλο, κάθε μέρα, από το να ασχολούνται με ... πλειστηριασμούς. Επίσης, σε μια πτώση της τάξης του 7% ή του 8% στο χρηματιστήριο, οι επενδυτές θα έπρεπε να πηδούν από τα παράθυρα (ήδη, από την αρχή του χρόνου μετράνε απώλειες της τάξης του 40%!), ενώ αν όντως η πτώση στον τζίρο των καταστημάτων ήταν κάθε χρόνο της τάξης του 20%, όπως σχεδόν από συνήθεια πλέον σταθερά επαναλαμβάνεται, τότε κάθε μορφή εμπορικής δραστηριότητας, θα έπρεπε να είχε εξαφανισθεί εδώ και δεκαετίες. Το ίδιο και οι τουρίστες στις ελληνικές παραλίες, οι οποίοι θα ήταν πιο δυσεύρετοι κι από ...καρέτα - καρέτα.
Το συμπέρασμα;
Οι Ελληνες ή για την ακρίβεια οι θεσμοθετημένοι ή κατά περίσταση εκπρόσωποί τους, όταν βρίσκουν την ευκαιρία να περιγράψουν ένα πρόβλημα -αυτό που αντιμετωπίζουν, αυτό που τους απασχολεί- χάνουν το μέτρο. Κοινώς, περιγράφουν «τέρατα». Με αποτέλεσμα, ακόμα κι όταν έχουν δίκαιο, να το χάνουν.
Στη δημοσιογραφική ορολογία, όπου επίσης το φαινόμενο παρατηρείται πολύ συχνά, η τακτική αυτή ονομάζεται «δρακολογία». Και μπορεί κανείς να την εντοπίσει σε πολλά πρωτοσέλιδα εφημερίδων ή στις περισσότερες πρώτες ειδήσεις των τηλεοπτικών καναλιών. Βεβαίως, όλοι όσοι γράφουν ή λένε έναν «δράκο» γνωρίζουν ότι κερδίζουν τις εντυπώσεις, την πρώτη ή τη δεύτερη φορά. Την τρίτη, όμως, έχουν πρόβλημα για να περιγράψουν το μέγεθος της όποιας «τραγωδίας». Κι εκεί ακριβώς ξεπερνιούνται, καθώς το κοινό θέλει κάτι πιο «τραβηγμένο», αφού έτσι έμαθε. Κάπως έτσι χάθηκε το στοίχημα της αξιοπιστίας για ένα μεγάλο κομμάτι των ΜΜΕ.
Τα οποία, ως γνωστόν, είναι «καθρέπτης» της κοινωνίας, η οποία «κολυμπάει» μέσα στην υπερβολή. Και έχει φτάσει στο σημείο να πιστεύει ότι κάθε χρόνο γίνονται 100.000 πλειστηριασμοί σπιτιών, οι οποίοι του χρόνου θα πρέπει να γίνουν 200.000 για να συνεχίσουν να τραβούν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ είναι σίγουρο ότι και κάποια στιγμή δεν θα μείνει τίποτα ανεκποίητο...