12 Μαΐ 2008

Η εφορία πληρώνει τις δόσεις

Τα μισθώματα που καταβάλλει μια επιχείρηση ή ένας ελεύθερος επαγγελματίας για τη μακροχρόνια ενοικίαση μπορούν να συμπεριληφθούν στις επαγγελματικές του δαπάνες, να μειώσουν τα φορολογητέα του κέρδη και κατ' επέκταση τον φόρο που πληρώνει.

Ως προς αυτό, η φορολογική νομοθεσία είναι σαφής. Βέβαια, στις εφορίες μπορείτε να γίνετε μάρτυρες διαφορετικών ερμηνειών όσον αφορά το ποσοστό της συνολικής δαπάνης που μπορεί να χαρακτηρίσει κάποιος επαγγελματική. Ο νόμος, όπως προκύπτει ξεκάθαρα και με την εγκύκλιο 1005 του 2005, κάνει έναν σαφή διαχωρισμό:

  1. Τα μισθώματα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις (ή οι ελεύθεροι επαγγελματίες) σε εταιρείες ενοικίασης Ι.Χ. εκπίπτουν εξ ολοκλήρου από τα ακαθάριστα έσοδά τους, με την προϋπόθεση ότι τα αυτοκίνητα χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των ίδιων των επιχειρήσεων.

  2. Σε περίπτωση που η σύμβαση μίσθωσης δίνει στον μισθωτή το δικαίωμα να εξαγοράσει το αυτοκίνητο με το που θα λήξει το συμβόλαιο, τα ποσοστά της έκπτωσης περιορίζονται. Αντί για το 100% των μισθωμάτων, αφαιρείται το 60% εφόσον το Ι.Χ. έχει κινητήρα έως 1.600 κυβικά και το 25% εφόσον πρόκειται για αυτοκίνητο μεγαλύτερου κυβισμού. Ειδικά για τους ελεύθερους επαγγελματίες, η έκπτωση είναι 25% επί των μισθωμάτων με ανώτατο όριο το 3% των ακαθάριστων εσόδων του ελεύθερου επαγγελματία. Αξιοποιώντας τη δυνατότητα αυτή ελεύθερος επαγγελματίας που αγοράζει (αντί να κάνει μακροενοικίαση) αυτοκίνητο μπορεί να έχει ένα όφελος περί τα 450 ευρώ στην τριετία (όπως φαίνεται στον σχετικό πίνακα).

Επομένως, το μέγιστο φορολογικό όφελος επιτυγχάνεται στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος θα συνάψει τη σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης απεμπολώντας το δικαίωμα της εξαγοράς στο τέλος της μίσθωσης. Το φορολογικό όφελος εξαρτάται από:

* Τα εισοδήματα του ελεύθερου επαγγελματία.
* Το ύψος του ετήσιου μισθώματος για το αυτοκίνητο.

Για κάθε 1.000 ευρώ μισθώματος, το φορολογικό όφελος είναι:

* Μηδενικό στην περίπτωση που τα καθαρά κέρδη του επαγγελματία είναι χαμηλότερα από 10.500 ευρώ τον χρόνο.
* 290 ευρώ (ή 29% του μισθώματος), αν τα καθαρά κέρδη φτάνουν έως τα 30.000 ευρώ ετησίως.
* 390 ευρώ (ή 39% του μισθώματος), αν τα κέρδη του επαγγελματία υπερβαίνουν τις 30.000 ευρώ ετησίως και
* 400 ευρώ (ή 40% του μισθώματος) στην περίπτωση ενός επαγγελματία με πολύ υψηλά εισοδήματα άνω των 75.000 ευρώ ετησίως.